Σα (βγαίνω, αόρ.) στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να (εύχομαι, ενεσ.) να' ναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον (θυμώνω, μετ.) Ποσειδώνα
μη (φοβούμαι, ενεσ.),
τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα (βρίσκω, μελ.),
αν μέν' η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή
συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου (αγγίζω, ενεσ.).
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα (συναντώ, αόρ.),
αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου, αν η
ψυχή σου δεν τους (στήνω, ενεσ.) εμπρός σου.
Να (εύχομαι, ενεσ.) να ΄ναι μακρύς ο δρόμος.
Πολλά τα καλοκαιρινά πρωιά να (είμαι, ενεσ.)
που με τι ευχαρίστησι, με τι χαρά
θα (μπαίνω, ενεσ.) σε λιμένας πρωτοειδωμένους
να (σταματώ, αόρ.) σ' εμπορεία Φοινικικά,
και τες καλές πραγμάτειες ν' (αποκτώ, αόρ.),
σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κ' έβενους,
και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής,
όσο (μπορώ, ενεσ.) πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά
σε πόλεις Αιγυπτιακές πολλές να (πηγαίνω, ενεσ.),
να (μαθαίνω, αόρ.)
και να (μαθαίνω, αόρ.) απ'
τους (σπουδάζω, μετ.)
Πάντα στον νου σου να ΄χεις την Ιθάκη.
Το φθάσιμον εκεί είν' ο προορισμός σου.
Αλλά μη (βιάζω, ενεσ.) το ταξείδι διόλου.
Καλλίτερα χρόνια πολλά να (διαρκώ, αόρ.)
και γέρος πια ν' (αράζω, αόρ.) στο νησί,
πλούσιος με όσα (κερδίζω, αόρ.) στον δρόμο,
μη (προσδοκώ, μετ.)
πλούτη να σε (δίνω, αόρ.) η Ιθάκη
Η Ιθάκη σ' (δίνω, αόρ.) τ' ωραίο ταξείδι.
Χωρίς αυτήν δεν θα ' (βγαίνω, πρτ.) στον δρόμο.
Άλλα δεν (έχω, ενεσ.)
να σε (δίνω, αόρ.) πια.
Κι αν πτωχική την (βρίσκω, αόρ.),
η Ιθάκη δεν σε (γελώ, αόρ.).
Έτσι σοφός που (γίνομαι, αόρ.), με τόση πείρα,
ήδη θα το (καταλαβαίνω, αόρ.)
οι Ιθάκες τι (σημαίνω, ενεσ.)
|